Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ξηρὰ χολέρα

  • 1 χολέρα

    χολέρα, , 1) eine Dachrinne, durch die das Regenwasser fließt. Dah. nach Alex. Trall. – 2) eine Krankheit, wobei die Feuchtigkeiten durch Erbrechen oder Stuhlgang mit Gewalt wie aus einer Rinne aus dem Leibe ausströmen. – Aber ξηρὰ χολέρα ist eine hartnäckige Verstopfung, wobei weder Koth noch Urin abgeht. – Die Krankheit scheint natürlicher von χολή abgeleitet zu werden, da bei ihr die gesammelte oder ausgetretene Galle abgeführt wird, Medic.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > χολέρα

  • 2 χολέρα

    χολέρα, , (1) eine Dachrinne, durch die das Regenwasser fließt; (2) eine Krankheit, wobei die Feuchtigkeiten durch Erbrechen oder Stuhlgang mit Gewalt wie aus einer Rinne aus dem Leibe ausströmen; ξηρὰ χολέρα ist eine hartnäckige Verstopfung, wobei weder Kot noch Urin abgeht. Die Krankheit scheint natürlicher von χολή abgeleitet zu werden, da bei ihr die gesammelte oder ausgetretene Galle abgeführt wird

    Wörterbuch altgriechisch-deutsch > χολέρα

См. также в других словарях:

  • χολέρα — Βαριά, λοιμώδης, επιδημική γαστρεντερίτιδα που οφείλεται στο δονάκιο της χ. ή στο είδος δονάκιο El Tor. Εκδηλώνεται με εμέτους, επώδυνες συσπάσεις των μυών και πολλές χαρακτηριστικές υδαρείς, ορυζοειδείς κενώσεις, που οδηγούν σε έντονη αφυδάτωση …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Κούβα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κούβας Έκταση: 110.860 τ. χλμ. Πληθυσμός: 11.243.400 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Αβάνα (2.181.500 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική, μεταξύ του κόλπου του Μεξικού και της… …   Dictionary of Greek

  • Κωνσταντίνος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της νεότερης Ελλάδας. 1. Κ. Α’ (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, Αθήνα 1868 – Παλέρμο, Σικελία 1923). Βασιλιάς των Ελλήνων (1913 17, 1920 22). Ήταν πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Έπειτα από… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»